Καποδίστριας: 193 χρόνια από τότε που ανέλαβε κυβερνήτης

Από την Έρση Βαρβέρη
Πριν 193 χρόνια (2 Απριλίου 1827) ο Ιωάννης Καποδίστριας ανακηρύσσεται πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Ένας ηγέτης, που πρόσφερε ιδιαίτερα σημαντικές υπηρεσίες στην μικρή τότε χώρα μας στα 4 χρόνια, που είχε την διακυβέρνησή της. Μέχρι τις 27 Σεπτεμβρίου (9 Οκτωβρίου) του 1831, όταν δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο.
Ποιος ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη: Μια μεγάλη ηγετική πολιτική προσωπικότητα του καιρού του κι αυτό καταδείχθηκε πολλά χρόνια πριν ακόμη αναλάβει πρώτος κυβερνήτης, αλλά ιδιαίτερα στα 4,5 χρόνια, που βρέθηκε στο τιμόνι της διακυβέρνησης της Ελλάδας.Γι΄αυτό και είναι σημαντικό να γίνει αναφορά σε κάποιες από τις σημαντικές στιγμές της πολιτικής και κοινωνικής της ζωής του.
.
Στην Γ’ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων στις 2 Απριλίου 1827 στην Τροιζήνα
ψηφίστηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας πρώτος Κυβερνήτης της ελεύθερης μικρής
Ελλάδος. Την 1η Μαΐου του 1827 η Συνέλευση της Τροιζήνας ψήφισε το «Πολιτικό
Σύνταγμα της Ελλάδος» , το τρίτο κατά σειρά της ελληνικής επανάστασης και
περισσότερο δημοκρατικό και φιλελεύθερο από τα προηγούμενα Τα πρώτα δύο
ψηφίστηκαν στην Α’ Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο τον Δεκέμβριο του 1821 και
στην Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος το 1823.
Ως προς τον πολιτικό του βίο ήταν ένας τεράστιος διπλωμάτης και υπουργός
Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, από την οποία θέση βοήθησε το ελληνικό
ζήτημα, ένας Ηγέτης που τιμάται μέχρι και στην Ελβετία ως εθνικός ευεργέτης και ο
οποίος 20 χρόνια πριν την Επανάσταση είχε φτιάξει το Σύνταγμα της αυτόνομης
Ιονίου Πολιτείας. Πέτυχε επίσης την πρώτη νίκη εναντίον των Τούρκων. Είναι
εκείνος που κατάφερε μέσα σε τρία χρόνια από το απόλυτο τίποτα που υπήρχε όταν
ανέλαβε, να δημιουργήσει ένα οργανωμένο κράτος με δομές σε όλους τους τομείς. Ο
ίδιος έδωσε ολόκληρη την τεράστια περιουσία του για την Ελλάδα.
Συνοπτικά, ο Καποδίστριας ήταν εκείνος που θέτει τις βάσεις για τη διοικητική
διάρθρωση του ελληνικού κράτους, οργανώνοντας παράλληλα το στράτευμα (είναι
άλλωστε ο ιδρυτής της Σχολής Ευελπίδων, με πρώτη της έδρα το Ναύπλιο). Είναι
εκείνος που έδειχνε πάντα το πάθος του για την παιδεία, τη θρησκεία και τη γλώσσα
του Έθνους μας, όπως αναφέρει ο Κωνσταντάρας: «…Αποτελεί Θεία τιμή το να
αναθρέψει κάποιος Ελληνοπαίδες, με τις γνώσεις της Ιεράς μας Θρησκείας, να τους
εκπαιδεύσει στην πάτριον γλώσσα και να τους προπαρασκευάσει για ανώτερες
Πανεπιστημιακές σπουδές».
Η ζωή του
Σχετικά με τη ζωή του ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στην
Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776, ήταν το έκτο παιδί του Αντωνίου Καποδίστρια
και της Αδαμαντίας Γονέμη. Η οικογένεια Καποδίστρια και η οικογένεια Γονέμη
ήταν γραμμένες στη Χρυσή Βίβλο (libro d’oro) από το 1679 και 1606 αντίστοιχα.
Σπουδάζει ιατρική, νομική και φιλοσοφία στην Πάντοβα και επιστρέφει το 1797 στην
Κέρκυρα μετά το πέρας των σπουδών του.
Οι πολιτικές και διπλωματικές ικανότητές του
Στις 27 Απριλίου 1801 ο Καποδίστριας με τον Νικόλαο Σιγούρο φτάνουν στην
Κεφαλλονιά, όπου ο Καποδίστριας εκφωνεί τον πρώτο του πολιτικό λόγο, ζητώντας
τη βοήθεια όλων των κατοίκων ώστε να διατηρηθεί η αυτονομία της Ιονίου
Πολιτείας. Η Ιόνιος Πολιτεία ήταν το πρώτο ημιαυτόνομο Ελληνικό κρατίδιο μετά
από τριακόσια πενήντα περίπου χρόνια από την διάλυση της βυζαντινής
αυτοκρατορίας, το οποίο ιδρύθηκε το 1800 και την αποτελούσαν τα νησιά Κέρκυρα,
Παξοί, Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος , Κύθηρα, καθώς και τα μικρότερα
νησιά γύρω τους.
Από την πρώτη δημόσιά του εμφάνιση φάνηκαν οι ικανότητές του στην
πολιτική, ενώ τον Ιούλιο του 1802 ιδρύει μαζί με άλλους τον Εθνικό Ιατρικό
Σύλλογο. Τον Απρίλιο του 1803 διορίζεται Γραμματέας της Επικρατείας επί των
Εξωτερικών, των Ναυτικών και του Εμπορίου του Ιονίου Κράτους, ενώ τον Μάιο του
1805, ύστερα από πρόταση του Ρώσου πληρεξουσίου, η γερουσία επιλέγει 10 μελή
επιτροπή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ο Ιωάννης Καποδίστριας, με σκοπό να
συντάξει έκθεση με τις διατάξεις του συντάγματος της Ιονίου Πολιτείας που έπρεπε
να αναθεωρηθούν. Με δική του επίσης εισήγηση δημιουργείται η σχολή «
επιμορφώσεως των υπαλλήλων» λόγω της έλλειψης κατάλληλου προσωπικού για τη
διοίκηση. Τη διετία 1804-1806 ως Επιθεωρητής της Εκπαιδεύσεως μεριμνά για την
επαναλειτουργία της Δημόσιας Βιβλιοθήκης και την ίδρυση σαράντα σχολείων
βασικής εκπαίδευσης σε όλα τα Επτάνησα, καθώς μεριμνά ιδιαίτερα για την Παιδεία.
Τον Ιούνιο του 1806 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της δημόσιας σχολής της
Δημοκρατίας, που είχε ιδρυθεί με δική του πρωτοβουλία. Στις εκλογές του 1806 ο
Καποδίστριας εκλέγεται όγδοος σε ψήφους στην Κέρκυρα.
Η ηγετική του φυσιογνωμία αποδεικνύεται από την ικανότητά του να αναλάβει
την άμυνα της Λευκάδας στην προσπάθεια του Αλή Πασά των Ιωαννίνων να την
καταλάβει, αφού τότε η Ιόνιος Πολιτεία τον διόρισε ως στρατιωτικό διοικητή.
Τον Μάιοτου1808 ο Κόμης Νικόλαος Πέτροβιτς Ρουμιάντσεφ,επικεφαλής
του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, του ανακοινώνει πως
τιμήθηκε με τον τίτλο του ιππότη Β’ Τάξεως του τάγματος της Αγίας Άννας, οπότε
και φθάνει στην Αγία Πετρούπολη στις 29 Ιανουαρίου του 1809, όπου και μένει για
δύο χρόνια. Ο Τσάρος Αλέξανδρος Α’ στις 20 Απριλίου του 1809, τον διορίζει
σύμβουλο της Επικρατείας, μια θέση η οποία υπάγεται στο Υπουργείο των
Εξωτερικών και την οποία εκμεταλλεύεται, δουλεύοντας όμως ευσυνείδητα, έτσι
ώστε να υποβάλλει ένα υπόμνημα στον Τσάρο, προσελκύοντας τη συμπάθειά του για
το ελληνικό ζήτημα, για την κατάσταση των Ελλήνων, λόγω του ιερού καθήκοντος
προς την πατρίδα του και της αγάπης του για τον ελληνικό λαό. Ο Τσάρος μετά από
αίτημά του να τοποθετηθεί σε κάποια πρεσβεία ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, μεταθέτει
τον Καποδίστρια ως υπεράριθμο ακόλουθο στη Ρωσική Πρεσβεία της Βιέννης την 1
η Αυγούστου του 1811.
Αν και στην αρχή η υποδοχή δεν ήταν και τόσο θερμή, στη συνέχεια ο Κόμης
Στάκελμπεργκ εντυπωσιάστηκε από τις εργασίες του, ενώ με η δράση του τράβηξε
και την προσοχή του Καγκελαρίου της Αυστρίας Μέττερνιχ. Λόγω των επιτυχών
υπομνημάτων του προς τον Τσάρο, διορίζεται διευθυντής του διπλωματικού γραφείου
του Ναυάρχου Τσιτσαγκώφ, αρχηγού της Ρωσικής στρατιάς στον Δούναβη και
στέλνεται στο Βουκουρέστι, όπου και φθάνει στις 20 Μαΐου του 1812. Εκεί εργάζεται
σκληρά και ασχολείται με την τήρηση της συνθήκης που υπέγραψαν οι Ρώσοι και οι
Τούρκοι στο Βουκουρέστι τον Μάιο του 1812. Ο Τσάρος ευχαριστημένος, του
απονέμει στις 8 Νοεμβρίου του 1812 το παράσημο του Αγίου Βλαδίμηρου Γ΄ Τάξεως
και τον προάγει σε κρατικό ανώτατο σύμβουλο. Ο Καποδίστριας καταγγέλει τη μη
τήρηση της συνθήκης από πλευράς της Τουρκίας, η οποία εκτελεί Σέρβους
επαναστάτες. Ο Τσάρος εντυπωσιάζεται από την δραστηριότητά του αυτή,
παρασημοφορώντας τον με το παράσημο της Αγίας Άννης.
Τέλος,θέλοντας ο Τσάρος να προλάβει τις εξελίξεις στη γαλλοκρατούμενη
Ελβετία, λόγω της ήττας του Ναπολέοντα στη Λειψία και την κατάρρευση της
γαλλικής αυτοκρατορίας, αναθέτει στον Καποδίστρια με τη διπλωματική του τέχνη
να σώσει την Ελβετία. Πράγματι κατάφερε ο ίδιος να ενοποιηθούν και να
οργανωθούν τα καντόνια της Ελβετίας, καθώς και να αρχίσουν οι συζητήσεις για την
αναθεώρηση του πρώτου Συντάγματος της Ελβετίας. Ήταν τέτοια η επιτυχία του
εγχειρήματος του Καποδίστρια προσφοράς προς το έθνος τους, ώστε οι ίδιοι οι
Ελβετοί τον ανακήρυξαν επίτιμο πολίτη και του έστησαν ανδριάντες στην πόλη της
Λωζάννης και στα καντόνια του Βω και της Γενεύης. Χάρις στον Ιωάννη
Καποδίστρια εξάλλου πέτυχε η Ελβετία να κατοχυρώσει την ουδετερότητα, την
ανεξαρτησία και το απαραβίαστο των συνόρων της, με αποφάσεις που ελήφθησαν
στα συνέδρια της Βιέννης και των Παρισίων και που ισχύουν έως και σήμερα.
Η Ορθόδοξη πίστη του
Ως προς την Ορθοδοξία,χαρακτηριστική είναι η απάντηση που έδωσε ο
Καποδίστριας στον Ουίλλμοτ Όρτον, υφυπουργό του πολέμου, όταν εκείνος έθεσε το
ερώτημα, σύμφωνα με τα όσα γράφει ο Κωνσταντάρας: «Τι θα πρέπει να εννοήσουμε
σήμερα όταν μιλάμε για την Ελλάδα;». Και απαντά ο Καποδίστριας: «Το Ελληνικόν
Έθνος αποτελείται από ανθρώπους, οι οποίοι από την άλωση της
Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν να ομολογούν την πιστότητά τους στην ορθόδοξη
πίστη τους, δεν σταμάτησαν ποτέ να ομιλούν την γλώσσα των πατέρων τους, την
ελληνική, και παρέμειναν ακλόνητοι υπό την πνευματική ή κοσμική δικαιοδοσία της
εκκλησίας τους, σε οποιοδήποτε μέρος της τουρκοκρατούμενης πατρίδας τους και αν
ευρίσκονταν».
Θεωρούσε τόσο σημαντικό τον ρόλο της χριστιανικής αγωγής
μάλιστα που τον καιρό της ανασύστασης του νεοελληνικού κράτους, έγραφε το 1827,
σύμφωνα με τον Κωνσταντάρα: « Πρώτον και σπουδαιότερον των καθηκόντων της
Ελληνικής Κυβερνήσεως θεωρώ την θρησκευτικήν αγωγή του Έθνους».
Ίδρυσε επίσης Υπουργείο «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως
Γραμματείαν».
Η συμβολή του στην παιδεία
Ως προς τη συνεισφορά του στην πνευματική ανύψωση του έθνους,ο
Καποδίστριας μερίμνησε ιδιαίτερα για την παιδεία. Στα χρόνια του Καποδίστρια
εισήχθη στην Ελλάδα η αλληλοδιδακτική, συστάθηκε μάλιστα επίσης επιτροπή, στην
οποία ανατέθηκε η σύνταξη θρησκευτικών σχολικών βιβλίων, ενώ άλλη επιτροπή
συστάθηκε και επιφορτίστηκε να επιλέξει μια γραμματική και ένα ανθολόγιο που θα
χρησιμοποιούνταν στο ελληνικό σχολείο. Ο Καποδίστριας ίδρυσε επίσης το
Ορφανοτροφείο, το Κεντρικό Σχολείο, την Εθνική Τυπογραφία, την Αγροτική Σχολή,
το Κεντρικό Πολεμικό Σχολείο Ναυπλίου, την Εκκλησιαστική Σχολή στον Πόρο, το
Εμπορικό Σχολείο στη Σύρο και πολλά ακόμα σχολεία, εξ’ αυτών και δευτεροβάθμια
σχολεία, «πρότυπα» ή «τυπικά». Ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα όμως και για τη μόρφωση
των κοριτσιών. Λειτούργησε για αυτό τον λόγο στη Σύρο, στην Τήνο και στο
Ορφανοτροφείο Αιγίνης σχολείο θηλέων, ενώ στην Κόρινθο μεικτό σχολείο. Ο
Καποδίστριας δεν ίδρυσε απλά τα σχολεία, αλλά παρακολουθούσε επίσης και από
κοντά τη λειτουργία τους.
Ίδρυσε επίσης το «Γαζοφυλακείο» με σκοπό την οικονομική ενίσχυση των
σχολείων. Φιλοδοξούσε μάλιστα και την ίδρυση πανεπιστημίων, αφού όμως πρώτα
συγκεντρώνονταν οι οικονομικοί πόροι, αλλά και οι υποψήφιοι φοιτητές. Σύμφωνα
με τον Νικόλαο Δραγούμη « Όπου δε αι κοινότητες εστερούντο ικανών πόρων ή
τόπου προς οικοδομήν, σπεύδων ο Κυβερνήτης ήρχετο εις βοήθειαν».
Τέλος,επιβράβευε τους αρίστους μαθητές με υποτροφίες και βοηθούσε τους
άπορους μαθητές να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Η συνεισφορά του στην εθνική ανεξαρτησία του ελληνικού λαού
Μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821,θα γράψει σε μια
επιστολή του σε Κερκυραίο, την οποία αναφέρει ο Κωνσταντάρας «Η αναγέννηση
και η πραγματική ανεξαρτησία ενός λαού δεν μπορούν παρά να είναι έργο του ίδιου.
Μια εξωτερική βοήθεια μπορεί ενδεχομένως να τις διευκολύνει, όχι όμως και να τις
δημιουργήσει».
Συνοψίζοντας, αν και υπάρχουν τόσα πράγματα να αναφέρει κανείς για τον
Ιωάννη Καποδίστρια, την μεγάλη αυτή προσωπικότητα όχι μόνο της Ελλάδας και όχι
μόνο, αλλά και ευρωπαϊκού βεληνεκούς, θα σταθώ στο ότι έχει αποδείξει πως σε
οποιαδήποτε θέση ή οποιοδήποτε πόστο κατείχε, ήταν πραγματικά μεγάλη η συμβολή
του. Ο Καποδίστριας ήταν ικανός να λύσει προβλήματα, να κυβερνήσει, να και να
διαπραγματευτεί. Πρωτοτύπησε και μεγαλούργησε στην Εκκλησία, την παιδεία, την
οικονομία, στην Δημόσια Διοίκηση, στη Δημόσια Τάξη και τη Δικαιοσύνη, στη
Ναυτιλία, στη Βιομηχανία, στην υγεία και στην πρόνοια, στη Φαρμακοποιία, στο
περιβάλλον, στην Αγροτική Πολιτική, τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την οικιστική
Πολιτική. Ήταν ένας Έλληνας πατριώτης, έτοιμος να αναδιοργανώσει το Κράτος του,
όπως και θα κάνει σύμφωνα με τον Κωνσταντάρα από το 1829 έως το 1831.
(Με στοιχεία από την πηγή: Κωνσταντάρας, Κωνσταντίνος Β. (2017): Ιωάννης Καποδίστριας. Ο ηγέτης, ο κυβερνήτης, ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος. Αθήνα, ΗΛΕΚΤΡΟΝ)
Ηλεκτρονικές πηγές
w.w.w. cognosco.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to top